Η εκμάθηση της Αγγλικής Γλώσσας αποτελεί μια σύνθετη διαδικασία κατά την οποία τα παιδιά δημιουργούν ένα νέο γλωσσικό σύστημα στον εγκέφαλό τους. Αρχικά, βασίζονται στις πληροφορίες που εισπράττουν όσον αφόρα την ξένη γλώσσα και με βάση αυτές δημιουργούν διανοητικές απεικονίσεις της γλώσσας.
Σε δεύτερη φάση, χρησιμοποιούν αυτές τις απεικονίσεις, οι οποίες δεν είναι πάντα σωστές, για να εκφραστούν. Όταν αντιληφθούν ότι είναι σωστό αυτό που είπαν, το καταχωρούν, όταν όμως είναι λάθος, όταν δηλαδή διορθωθούν από τη δασκάλα ή κάποιο συμμαθητή τους, τότε ξεκινούν τη διαδικασία από την αρχή. Αυτό επαναλαμβάνεται άπειρες φόρες κατά την εκμάθηση.
Κάθε φόρα, λοιπόν, οι γονείς, όπως κάνουν και οι εκπαιδευτικοί, πρέπει να ενθαρρύνουν βήμα-βήμα την προσπάθεια των παιδιών, να αποκτήσουν αρχικά τις σωστές νοητικές απεικονίσεις της γλώσσας που μαθαίνουν και έπειτα να εκφραστούν χρησιμοποιώντας όσες έχουν εσωτερικεύσει.
Με λίγα λόγια, είναι πιο αποτελεσματικό για την πρόοδο των παιδιών μας να τα ενθαρρύνουμε και να τα επιβραβεύουμε για όλα όσα έχουν κατακτήσει και όχι να αγωνιούμε για όσα, αποδεδειγμένα, δεν είναι έτοιμα να παράγουν. Έτσι, κατά τα πρώτα σταδία, αν θέλουμε να βεβαιωθούμε για την πρόοδο των μαθητών, είναι καλύτερο να ελέγξουμε τι μπορούν να αντιληφθούν με την Αγγλική γλώσσα που μαθαίνουν και όχι τι μπορούν να εκφράσουν στα Αγγλικά.
Με αυτόν τον τρόπο, θα στηρίξουμε ουσιαστικά τους μαθητές, ενθαρρύνοντας και επιβραβεύοντάς τους, αποδεικνύοντας ότι είμαστε δίπλα τους σε κάθε προσπάθεια, έως την τελική κατάκτηση του στόχου, την εκμάθηση Αγγλικών.